- υπερτερια
- ὑπερτερίαэп. ὑπερτερίη ἥ верхняя часть (повозки), кузов Hom., Plat.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ὑπερτερία — ὑπερτερίᾱ , ὑπερτερία the upper part fem nom/voc/acc dual ὑπερτερίᾱ , ὑπερτερία the upper part fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υπερτερία — ἡ, ΜΑ, και ιων. τ. ὑπερτερίη Α [ὑπέρτερος] 1. το τετράγωνο σανίδωμα, η ανώτερη επιφάνεια μιας άμαξας, όπου τοποθετούνται τα φορτία, σε αντιδιαστολή προς το τμήμα που αποτελείται από τον άξονα και τους τροχούς 2. υπεροχή 3. (κατά τον Ησύχ.)… … Dictionary of Greek
ὑπερτερίας — ὑπερτερίᾱς , ὑπερτερία the upper part fem acc pl ὑπερτερίᾱς , ὑπερτερία the upper part fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπερτερίαν — ὑπερτερίᾱν , ὑπερτερία the upper part fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπερτερίη — ὑπερτερία the upper part fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπερτερίην — ὑπερτερία the upper part fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπερτερίης — ὑπερτερία the upper part fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπερτερίῃ — ὑπερτερία the upper part fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπερτερίῃσι — ὑπερτερία the upper part fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)